Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2013

Γιατί η συνάντηση Τσίπρα - Σόιμπλε έπληξε σοβαρά τον ΣΥΡΙΖΑ

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αμέσως μετά την εσωκομματική της επικράτηση στην πρόσφατη συνδιάσκεψη του Δεκέμβρη, έχει κλιμακώσει την δεξιά της πορεία, προς ικανοποίηση της άρχουσας τάξης, η οποία υπογραμμίζει και επιδοκιμάζει αυτή την αλλαγή μέσα από τον Τύπο της. Το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο αυτής της πορείας είναι η προσχώρηση στη γραμμή της «αποφυγής μονομερών ενεργειών» και της «επαναδιαπραγμάτευσης» για να επιβληθεί μια «πανευρωπαϊκή λύση» στο πρόβλημα του χρέους. Συνεντεύξεις και ομιλίες του προέδρου, αλλά και βασικών στελεχών του ηγετικού επιτελείου του κόμματος (Δραγασάκης, Σταθάκης) έχουν καταστήσει ξεκάθαρη αυτή τη νέα γραμμή, η οποία όμως, δεν τέθηκε με σαφήνεια και συγκεκριμένη αιτιολόγηση για συζήτηση σε κανένα από τα όργανα του κόμματος, αποτελώντας μια αποκλειστική έμπνευση της ηγεσίας που στιγματίζει συνολικά τον ΣΥΡΙΖΑ. 
Δυστυχώς την περασμένη Δευτέρα, η δημόσια έκφραση των δεξιών εμπνεύσεων της ηγεσίας ξεπέρασε κάθε προηγούμενο, ξαφνιάζοντας ακόμα και τους ίδιους τους πιστούς υποστηρικτές της ηγετικής ομάδας, που κατηγορούν για...
«αριστερίστικες υπερβολές» όποιον αντιτάσσεται θαρρετά στο σοσιαλδημοκρατικό κατήφορο της ηγετικής πολιτικής. Ο πρόεδρος και οι «συν αυτώ», μη αρκούμενοι στη δημόσια υπεράσπιση της νέας γραμμής της «επαναδιαπραγμάτευσης», θέλησαν να την προβάρουν στην πράξη, επιδιώκοντας και πραγματοποιώντας μια συνάντηση με την «κεφαλή» των δανειστών, δηλαδή τη γερμανική κυβέρνηση και τον επιφανή υπουργό της Βόλφγκαγκ Σόιμπλε.
Οι απολογητές της έμπνευσης αυτής θα θελήσουν εδώ να μας θέσουν το ερώτημα: «Δηλαδή είναι κακό που ο πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και αυριανός πρωθυπουργός συναντά εκπροσώπους μιας κυβέρνησης με την οποία σχετίζεται η χώρα»; Η σωστή απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα κατά τη γνώμη μας, δεν μπορεί να είναι ούτε ένα «ναι», ούτε ένα «όχι», αλλά ένα «εξαρτάται». Εξαρτάται από τη σκοπιμότητα αυτής της συνάντησης και τα μηνύματα που θα στείλει στους εργαζόμενους από τη μια πλευρά, και στις άρχουσες τάξεις από την άλλη. Και δυστυχώς, εξετάζοντας τη συνάντηση Τσίπρα – Σόιμπλε με αυτό τον τρόπο και από τη σκοπιά των συμφερόντων της εργατικής τάξης και του οφέλους του νέου μαζικού της κόμματος, του ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορούμε παρά να διαπιστώσουμε ότι τα αποτελέσματά της ήταν ολέθρια.

Σκοπός 1ος : «ομαλοποίηση των σχέσεων»

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή κι ας εξετάσουμε το ζήτημα της σκοπιμότητας της επίσκεψης. Για να μην κατηγορηθούμε για αυθαίρετη ερμηνεία προθέσεων, ας μείνουμε στα λόγια του ίδιου του προέδρου. Στην πρώτη του συνέντευξη επί γερμανικού εδάφους στη Deutsche Welle (http://www.dw.de) ο σ. Τσίπρας ανέφερε : «Είναι επιβεβλημένο να υπάρξει μια ομαλοποίηση των σχέσεων ανάμεσα “στην αξιωματική αντιπολίτευση της Ελλάδας με τον θεσμικό της ρόλο” και της κυβέρνησης της Γερμανίας, μιας χώρας που διαδραματίζει “καθοριστικό ρόλο στις ευρωπαϊκές και ελληνικές εξελίξεις. Μπορεί αύριο να είναι κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα. Αυτό το γνωρίζει η γερμανική πλευρά. Δεν μπορούμε να ξεκινήσουμε από το μηδέν. Πρέπει να δούμε αν υπάρχει ένα πεδίο διαπραγμάτευσης κατ' αρχάς».
Ο σ. πρόεδρος προσδιόρισε λοιπόν, σαν σκοπό της συνάντησής του με τη γερμανική κυβέρνηση την «ομαλοποίηση των σχέσεων». Αλλά η απουσία «ομαλών σχέσεων» ανάμεσα σε μια κυβέρνηση που, όπως σωστά την έχει χαρακτηρίσει ο ίδιος ο πρόεδρος, είναι «ακραία νεοφιλελεύθερη» και σ’ έναν πολιτικό εκπρόσωπο του κομμουνιστικού κινήματος, δεν συνιστά μια παρεξήγηση, ούτε είναι το αποτέλεσμα διαφορετικών «ιδεολογικών απόψεων». Είναι ένα φαινόμενο που έχει τις ρίζες του στην ταξική πάλη. Η γερμανική κυβέρνηση επιβάλει στην ελληνική και ευρωπαϊκή εργατική τάξη ένα εξοντωτικό πρόγραμμα λιτότητας, εκπροσωπώντας τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου. Ο ΣΥΡΙΖΑ αντίθετα, επιδιώκει να εκφράσει τα συμφέροντα όσων πλήττονται από αυτό το πρόγραμμα. Η «ομαλοποίηση των σχέσεων» συνεπώς, θεωρητικά θα είναι εφικτή μόνο αν η μία από τις δύο πλευρές κινηθεί στην αντίθετη κατεύθυνση, εγκαταλείποντας τα ταξικά συμφέροντα που επιδιώκει να εκφράζει σήμερα.
Κάτω από αυτό το πρίσμα, ακόμα και αν η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θελήσει να ομαλοποιήσει τις σχέσεις του κόμματος με τη γερμανική κυβέρνηση εγκαταλείποντας την πολιτική εκπροσώπηση των συμφερόντων που εντέλλεται να εκπροσωπεί σήμερα, η πλειοψηφία των μελών του κόμματος, καθώς και οι υποστηριχτές του που ανήκουν στις τάξεις αυτών που έχει βάλει στο στόχαστρο η γερμανική κυβέρνηση, δεν θα μπορούσαν να συναινέσουν σε μια τέτοιου είδους «ομαλοποίηση».
Συνεπώς η επιχείρηση ομαλοποίηση σχέσεων ΣΥΡΙΖΑ – τρόικας είναι και πολιτικά απαράδεκτη, αλλά και – ευτυχώς - πρακτικά ανέφικτη.

Σκοπός 2ος : «να πειστεί η γερμανική κυβέρνηση για αλλαγή πολιτικής»

Ο σ. πρόεδρος δεν φαίνεται να αντιμετωπίζει το ζήτημα των σχέσεων ΣΥΡΙΖΑ και γερμανικής κυβέρνησης στις αληθινές, ταξικές του διαστάσεις, αλλά σαν ένα ζήτημα «διαφορετικών απόψεων». Ας δούμε τι δήλωσε σχετικά στην ίδια συνέντευξη : «Έχω πάντοτε την ελπίδα, όταν συνομιλώ με ανθρώπους ότι μπορώ να τους πείσω να αλλάξουν γνώμη. Άρα το τελευταίο που με ενδιαφέρει σε αυτές τις συναντήσεις είναι η εικόνα, ο επικοινωνιακός αντίκτυπος. Με ενδιαφέρει η πραγματική πολιτική ουσία, δηλαδή, να προσπαθήσω να πείσω τον συνομιλητή μου και τη γερμανική κυβέρνηση ότι χρειάζεται αλλαγή πολιτικής για να διατηρηθεί η ευρωζώνη και βεβαίως η Ελλάδα εντός αυτής».
Ακόμα και αν δεχθούμε ότι το ζήτημα δεν είναι ταξικό, αλλά ιδεολογικό, ένα ζήτημα διαφορετικής «γνώμης», δυστυχώς η πραγματικότητα έδειξε ότι και ο δεύτερος σκοπός της επίσκεψης του προέδρου αποδείχθηκε μάταιος. Η γερμανική κυβέρνηση δεν έδειξε στο ελάχιστο να έχει πειστεί από τις συνομιλίες που είχε μαζί του, ώστε να αλλάξει την πολιτική της. Την ίδια ασφαλώς παγερή αδιαφορία επέδειξε και για την επικοινωνιακή «γαρνιτούρα» της επίσκεψης, δηλαδή την υπόθεση Siemens και τις κατοχικές αποζημιώσεις.
Έτσι λοιπόν, με δεδομένο το απραγματοποίητο των σκοπών για τους οποίους ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επιδίωξε να συναντηθεί με την γερμανική κυβέρνηση, το μόνο που απομένει από αυτή τη συνάντηση είναι τα πολιτικά μηνύματα που εξέπεμψε και οι πολιτικές της επιπτώσεις.

Μηνύματα και επιπτώσεις της συνάντησης

Στη συνέντευξή του μετά τη συνάντηση με τον Βόλφγκαγκ Σόιμπλε (http://www.left.gr/article.php?id=20949), ο σ. Αλέξης Τσίπρας ανέφερε εκτός άλλων τα εξής: «Ένας από τους λόγους αυτής της συνάντησης και από τη δική μας πλευρά, αλλά και από την πλευρά της γερμανικής κυβέρνησης ήταν ακριβώς γιατί κατανοούμε ότι, παρά τις αντίθετες ιδεολογικές αναφορές και απόψεις στο θέμα της ευρωπαϊκής και της ελληνικής κρίσης, είμαστε εταίροι. Άρα, έχουμε κοινά συμφέροντα και κοινούς αντιπάλους.»
Εδώ βλέπουμε ότι ο σ. πρόεδρος επιχείρησε να αιτιολογήσει ένα σοβαρό λάθος – την εξαρχής καταδικασμένη απόπειρα του να πείσει την γερμανική κυβέρνηση να αλλάξει πολιτική – με ένα μεγάλο ατόπημα. Ταύτισε τα συμφέροντα που εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ με εκείνα που εκπροσωπούν οι αδίστακτοι Μέρκελ και Σόιμπλε. Οι εργαζόμενοι της Ελλάδας πληροφορούνται ξαφνικά, ότι οι επικεφαλής της τρόικας, που με τις πολιτικές τους, έχουν καταδικάσει τα τελευταία χρόνια τη χώρα σε πρωτοφανή επίπεδα φτώχειας και εξαθλίωσης, είναι «εταίροι» και όχι αντίπαλοι. Αυτά τα λόγια συνιστούν μια πολύ σοβαρή, δημόσια, παραχώρηση αρχών και δεν μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε σαν συνηθισμένες υπερβολές και αβρότητες διπλωματικού τύπου.
Τα μηνύματα που λαμβάνουν από αυτά τα λόγια όλοι οι «ενδιαφερόμενοι» είναι σαφή. Οι εργαζόμενοι και η νεολαία της Ελλάδας θα πρέπει να σταματήσουν να βλέπουν με «εχθρότητα» και «προκατάληψη» τη γερμανική κυβέρνηση. Μέσα από μια τέτοια ρητορική, καλλιεργείται από την ηγεσία το έδαφος για να τους ζητηθεί η συναίνεση όταν θα έρθει το αποκορύφωμα της δεξιάς στροφής στην ίδια την εξουσία. Όταν πλέον, όχι μόνο δεν θα επιχειρηθεί να διωχτεί η τρόικα από την χώρα, σε αντίθεση με αυτό που επιτακτικά ζητάει χρόνια τώρα η πλειονότητα του εργαζόμενου λαού, αλλά αντίθετα θα επιδιωχθεί μια φιλική («εταιρική») διαπραγμάτευση μαζί της, σε κλίμα κατανόησης και χωρίς μονομερείς ενέργειες.
Οι Γερμανοί καπιταλιστές και οι λοιποί εταίροι της τρόικας, λαμβάνουν ένα ακόμα μήνυμα μετριοπάθειας από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ. Η προσφώνησή τους ως «εταίροι με κοινά συμφέροντα» μόνο οίκτο μπορεί να προκαλέσει στις τάξεις τους για το κωμικοτραγικό, επικοινωνιακό περίβλημα της δεξιά στροφής της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Ασφαλώς, ταυτόχρονα δεν μπορούν παρά να είναι ικανοποιημένοι, καθώς οι ανησυχίες τους για τις επαναστατικές προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, προς το παρόν δεν επιβεβαιώνονται.
Από τη δική τους πλευρά, οι Έλληνες αστοί λαμβάνουν ένα μήνυμα ανακούφισης. Στην απευκταία γι’ αυτούς περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ έρθει στην κυβέρνηση, η νέα ηγεσία της χώρας, λειτουργώντας με «μετριοπάθεια και σύνεση» δεν θα διακινδυνεύσει τα συμφέροντα του ελληνικού καπιταλισμού και θα προασπίσει την κεκτημένη του θέση μέσα στην Ευρωζώνη….
Τα αντίθετα ακριβώς μηνύματα ανησυχίας και απογοήτευσης έστειλε στη βάση του ΣΥΡΙΖΑ η συνάντηση του σ. προέδρου με τη γερμανική κυβέρνηση. Οι χιλιάδες αγωνιστές που οργανώθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ για να παλέψουν ενάντια στην τρόικα και την ελληνική άρχουσα τάξη, βλέπουν την ηγεσία τους, πριν ακόμα τους πείσει για την γραμμή της επαναδιαπραγμάτευσης, να την κάνει πράξη, αγνοώντας επιδεικτικά τη δημοκρατική τους βούληση. Ο «ΣΥΡΙΖΑ των μελών» αποδείχθηκε για μια ακόμα φορά, ένα σύνθημα που χρησιμοποιείται για να συγκαλυφθεί η προσπάθεια της ηγετικής ομάδας να αυτονομηθεί από το κόμμα για να ακολουθήσει τη δική της «ατζέντα» και το δικό της πολιτικό σχέδιο.
Ειδικά το ηθικό της βάσης του ΣΥΡΙΖΑ –παράγοντας καθοριστικός για το μέλλον του κόμματος - πλήγηκε αποφασιστικά από τη συνάντηση με τη γερμανική κυβέρνηση. Το απλό μέλος του κόμματος καλείται να χτίσει στις γειτονιές και τους εργατικούς χώρους ένα κόμμα, η ηγεσία του οποίου προορίζει την ισχύ του, όχι για να ανατρέψει την εξουσία τρόικας και των συνοδοιπόρων της, αλλά για να συνδιαλλαγεί και να διαπραγματευτεί μαζί τους σαν «εταίρος». Αν η ηγεσία επιμείνει σε αυτόν το δρόμο, η αποσυσπείρωση θα κάνει την εμφάνισή της πριν ακόμα ο ΣΥΡΙΖΑ μετατραπεί σε ενιαίο κόμμα και θα εμφανιστεί σοβαρά αποδυναμωμένος στις μεγάλες πολιτικές μάχες που έχει μπροστά του, ειδικά στις τάξεις της πρωτοπόρας εργατικής νεολαίας, η οποία αρχίζει να επιζητά επαναστατική διέξοδο και απεχθάνεται τις δεξιές μανούβρες και την πολιτική ασυνέπεια.
Δυστυχώς η ηγεσία δεν φαίνεται να νοιάζεται για όλες αυτές τις επιπτώσεις, απορροφημένη από την αγωνιώδη προσπάθειά της να γίνει αρεστή και αποδεκτή από το κεφάλαιο. Οι εντεταλμένοι απολογητές της στον κομματικό Τύπο μιλούν για αναγκαίο ρεαλισμό και συνεχίζουν να κατηγορούν τους «αριστεριστές που δεν καταλαβαίνουν την ηγετική τακτική». Όμως οφείλουμε να τονίσουμε, ότι επισκέψεις σαν αυτή του προέδρου στην Γερμανία, δεν συνιστούν καθόλου μια συγκροτημένη τακτική. Οι εγκέφαλοι που αποφάσισαν αυτή την επίσκεψη δεν είναι καλοί στρατηγοί, αλλά φοβισμένοι ηγέτες, που προσπαθούν με παραχωρήσεις αρχών – όπως η απαράδεκτη ταύτιση συμφερόντων δανειστών και λαού - να εξευμενίσουν τους ορκισμένους εχθρούς του ΣΥΡΙΖΑ και της εργατικής τάξης. Καιρός είναι οι εγκέφαλοι αυτοί, να μελετήσουν τη σύγχρονη πολιτική ιστορία και να δουν πως συμπεριφέρθηκαν τα αρπακτικά του κεφαλαίου στους αριστερούς ηγέτες και στα κινήματα που αυτοί ηγούνταν, όταν εκείνοι προσπάθησαν να τα εξευμενίσουν θυσιάζοντας τις θεμελιώδεις αρχές του σοσιαλισμού. Με τη δεξιά της στροφή η ηγεσία το μόνο που καταφέρνει είναι να πριονίζει το «κλαδί που κάθεται» και πάνω από όλα το «δέντρο» του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ, που αν βαδίσει στο δρόμο της σοσιαλδημοκρατίας θα εξασφαλίσει νέες ιστορικές ήττες για τους εργαζόμενους, τη νεολαία και τα φτωχά λαϊκά στρώματα.
Ωστόσο η μάχη για την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ κάθε άλλο παρά έχει κριθεί. Αντίθετα, με δεδομένη την προοπτική του ιδρυτικού συνεδρίου, μόλις τώρα αρχίζει. Η βάση μπορεί και πρέπει να οδηγήσει το κόμμα στην αντίθετη κατεύθυνση, από τη δεξιά και αδιέξοδη πορεία στην οποία το οδηγεί σήμερα η ηγεσία.
Η κρίση του ελληνικού καπιταλισμού είναι βαθειά. Η άρχουσα τάξη και οι διεθνείς της πάτρωνες για να την ξεπεράσουν θα πρέπει αναπόφευκτα να συντρίψουν το εργατικό κίνημα και την Αριστερά. Το υφιστάμενο τσάκισμα του βιοτικού επιπέδου των εργατικών μαζών, σε κάποιο στάδιο θα συμπληρωθεί από το τσάκισμα των στοιχειωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων για να εδραιωθούν τα κεκτημένα των Μνημονίων. Οι υποχωρήσεις, οι φιλοφρονήσεις και η συνδιαλλαγή με τον εγχώριο και διεθνή ταξικό αντίπαλο, του δίνουν χώρο και χρόνο για να σταθεροποιήσει την κυριαρχία του και πλήττουν βάναυσα το λαβωμένο από τα βάσανα της κρίσης, ηθικό των μαζών. Αλλά οι αριστεροί αγωνιστές της βάσης του ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχουν σήμερα κανένα δικαίωμα να απογοητεύονται και να μεμψιμοιρούν. Έχουν χρέος να κάνουν πράξη το σύνθημα της ηγεσίας - ενάντια στις πραγματικές της διαθέσεις - και ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνουν οι ίδιοι, επιβάλλοντας της ένα νέο πρόγραμμα και μια νέα πολιτική.
Η «Πρωτοβουλία για έναν Επαναστατικό ΣΥΡΙΖΑ» μένει συνειδητά μακριά από τα αισθήματα μοιρολατρίας και απογοήτευσης, υπερασπίζοντας υπομονετικά ένα ξεκάθαρο πλαίσιο πολιτικών αρχών για το κόμμα. Παραμένουμε αισιόδοξοι γιατί το γενικό ρεύμα της Ιστορίας κυλά – με αναπόφευκτες αντιφάσεις και πισωγυρίσματα - ξανά προς την κατεύθυνση της επανάστασης, φέρνοντας στο προσκήνιο τις γνήσιες ιδέες του μαρξισμού, που σήμερα αποτελούν ακόμα μια μικρή μειοψηφία μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Καλούμε κάθε σύντροφο και συντρόφισσα σε συσπείρωση και κοινό συντονισμό με σκοπό να πραγματοποιηθεί το ιδρυτικό συνέδριο του κόμματος το συντομότερο δυνατό, να υιοθετηθεί ένα επαναστατικό – σοσιαλιστικό πρόγραμμα  και να ακολουθηθεί μια διεθνής πολιτική που δεν θα στοχεύει στον εξευμενισμό των διαφόρων Σόιμπλε, αλλά στην κινητοποίηση των ευρωπαίων εργαζόμενων στον κοινό αγώνα για την ανατροπή του καπιταλισμού. Διότι, παρά και ενάντια στις αυταπάτες της ηγεσίας, η μόνη ριζική «πανευρωπαϊκή λύση» για το χρέος και την κρίση είναι η νίκη του σοσιαλισμού και οι Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης.
 Πηγη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου